Ολίγα τινά για τον μαθητικό εκκλησιασμό

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Σήμερα, τελευταία ημέρα των μαθημάτων για τους μαθητές και τις μαθήτριές μας και αρχή των δεκαπενθήμερων διακοπών του Αγίου Δωδεκαημέρου, στο σχολείο-μας, το Πρότυπο ΓΕ.Λ. Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου, ο καθιερωμένος μαθητικός εκκλησιασμός είχε μια πρωτοτυπία. Εκπαιδευτικοί και μαθητές - μαθήτριες είχαν την ευκαιρία να συμμετάσχουν στην Ακολουθία των Μεγάλων Ωρών της Εορτής των Χριστουγέννων. Στο ιερό ναό του Αγίου Θεράποντα, ο παπα-Θανάσης είχε προβλέψει και το εξής: σε φωτοτυπίες μοίρασε στους μαθητές και τις μαθήτριες ολόκληρη την Ακολουθία των Μεγάλων Ωρών, ούτως ώστε να έχουν τη δυνατότητα να διαβάζουν τους μεσσιανικούς Ψαλμών, με περιεχόμενο την προσμονή της Γέννησης του Χριστού και τις Προφητείες για τον ερχομό του Μεσσία. Η εικόνα με μαθητές και μαθήτριες να διαβάζουν και να ακούνε τα παραπάνω ιερά κείμενα, πράγματι, ήταν ευχάριστη.
Δεν κατέχω γνώση τι άραγε γνωρίζουν εκπαιδευτικοί και μαθητές – μαθήτριες για την Ακολουθία των Μεγάλων Ωρών. Εκείνο όμως που, εδώ, επιθυμώ να θίξω είναι το γεγονός της αξίας που σήμερα μπορεί να έχει ο καθιερωμένος μαθητικός εκκλησιασμός, όπως αυτός γίνεται δύο φορές το χρόνο, κάθε Χριστούγεννα και κάθε Πάσχα – αφήνω στην άκρη τον εκκλησιασμό της γιορτής των Τριών Ιεραρχών, γιατί αυτός έχει καταργηθεί. Η εικόνα, σε πολλές περιπτώσεις σχολείων, που εκπαιδευτικοί και μαθητές – μαθήτριες εκκλησιάζονται και κατά τη συνήθεια προσέρχονται στη Θεία Κοινωνία, είναι άκρως απογοητευτική.
Δεν είμαι ο μόνος που καταγράφω ετούτη την εικόνα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εδώ στη Μυτιλήνη, είχε κυκλοφορήσει το βιβλίο του σοφού θεολόγου εκπαιδευτικού, του αξέχαστου Ιωάννη Καλδέλλη. Ο τίτλος-του αφοπλιστικός: Σχολείο: Φως που τυφλώνει; Σ’ αυτό αναφέρει πως σ’ ένα υπόμνημά του προς τον τότε Μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιάκωβο Β΄ (Κλεομβρότου), έθετε ξεκάθαρα τον προβληματισμό και τις θέσεις-του για τον λανθασμένο τρόπο που γίνεται ο μαθητικός εκκλησιασμός. Το υπόμνημα, δυστυχώς, δεν προβλημάτισε τους τότε αρμόδιους. Οι προτάσεις όμως που καταθέτει ο αείμνηστος Ιωάννης Καλδέλλης είναι καίριες και ομολογώ επίκαιρες. Ένα σωστός μαθητικός εκκλησιασμός μπορεί να έχει ευεργετικά αποτελέσματα προς τους μαθητές και τις μαθήτριες αν ληφθεί υπ’ όψιν η επίδραση που μπορεί να ασκήσουν προς αυτούς: 1) το αρχιτεκτονικό σχέδιο ενός ναού, 2) οι εικόνες των αγίων, 3) η καλή και χωρίς λαρυγγισμούς και χασμωδίες ψαλμωδία, 4) οι εικόνες του Εσταυρωμένου Χριστού που, πολλές φορές, δημιουργούν ισχυρά βιώματα, 5) η κοινή προσευχή που οδηγεί στη συντροφικότητα, την κοινωνικότητα και την αδελφοσύνη, πτυχές της γνήσιας λειτουργικής ζωής για τόνωση του θρησκευτικού συναισθήματος.
Αν θέλουμε, γράφει ο Ιωάννης Καλδέλλης, ριζική αλλαγή του μαθητικού εκκλησιασμού, αλλαγή που εδώ και δεκαετίες ζητούν οι ειδικοί, λειτουργιολόγοι και παιδαγωγοί, οφείλουμε να αναστοχαστούμε ότι «οι νέες συνθήκες και οι απαιτήσεις της ζωής, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου του λαού, η ταχύτατη εξέλιξη της τεχνολογίας και οι επαφές μεταξύ των λαών έχουν μεταβάλει βαθιά τα κριτήρια και τις προτιμήσεις του σύγχρονου ανθρώπου. Εκκλησία της οποίας η θεία Λειτουργία δεν θα βρίσκεται πια σε αρμονία με τις ψυχικές, βιοτικές και κοινωνικές ανάγκες του λαού, θα ήταν Εκκλησία ετοιμοθάνατη». Για να κατανοηθούν αυτές οι παράμετροι, ο Ιωάννης Καλδέλλης αναφέρει το ακόλουθο παράδειγμα: «στον σύγχρονο άνθρωπο της ταχύτητας και της αλλαγής η Λειτουργία θεωρείται πολύωρη. Τα παλιά χρόνια οι συνάξεις στο ναό ήταν η βασική ψυχαγωγία (κυριολεκτικά) του λαού, τόπος μόρφωσης, επαφής και ενημέρωσης. Σήμερα δεν ακούγονται οι μυστικές ευχές του ιερέα, ενώ αντίθετα πανομοιότυποι ύμνοι και ευχές επαναλαμβάνονται, ύμνοι που χωρίς να υποβαθμίσουν τη λειτουργία άριστα μπορούν να αφαιρεθούν. Είναι απαραίτητο να γίνει μια ανανέωση – αλλαγή στα αναγνώσματα (Ευαγγέλιο – Απόστολος). Επίσης, κάθε εποχή έχει το δικαίωμα να εκφράσει την ευλάβειά της με τρόπο που της ταιριάζει και την εκφράζει. Τα παλιά χρόνια που η Εκκλησία ήταν πραγματικά δυναμική και ζωντανή τολμούσε αλλαγές, δεν επαναπαυόταν στο δοκιμασμένο και παλιό».
Τα παραπάνω γραφόμενα του Ιωάννη Καλδέλλη, μπορεί να προκαλούν αντιδράσεις ως προς τη συζήτηση που, συχνά, γίνεται για λειτουργική ανανέωση, μπορεί όμως να έχουν θετική επίδραση στο ζήτημα του μαθητικού εκκλησιασμού. Οι παρακάτω προτάσεις του αξιοσέβαστου και λαμπρού θεολόγου, για τα δεδομένα μιας επαρχιακής πόλης όπως η Μυτιλήνη, κατά τις δεκαετίες 1980 και 1990, νομίζω ότι θεολογικά και παιδαγωγικά είναι σημαντικές. Τις καταγράφω: ο μαθητικός εκκλησιασμός να μην είναι αναγκαστικός αλλά αποτέλεσμα πειθούς· καθιέρωση μαθητικής λειτουργίας κάθε Κυριακή στις 11.00 π.μ., μιας και μαθητές και οι μαθήτριες ξυπνούν αργά τα Σαββατοκύριακα· συμμετοχή των μαθητών και μαθητριών ως ψάλτες - ψάλτριες και αναγνώστες - αναγνώστριες· απλούστευση της γλώσσας της θείας Λειτουργίας· κήρυγμα ολιγόλεπτο και διάρκεια της μαθητικής λειτουργίας που να μην υπερβαίνει τα 30 λεπτά της ώρας. Κι όλα αυτά στο πλαίσιο ότι η βίωση του θείου μπορεί να χαρίσει στον έφηβο και την έφηβη το «θάρρος της ύπαρξης», κάτι που, φυσικά, αγνοεί το σχολείο, αφού όπως πιστεύει μπορεί να τους στηρίξει υπαρξιακά παρέχοντας μόνο ξερές γνώσεις.
Κλείνω το άρθρο-μου με την εξής διαπίστωση: η διάγνωση της κρίσης γύρω από τον μαθητικό εκκλησιασμό, η οποία σοβεί για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να ξεπεραστεί, ιδιαίτερα σήμερα όπου η εκκοσμίκευση παρασέρνει τα πάντα στο πέρασμά της. Προτάσεις υπάρχουν για αλλαγή πορείας και έξοδο από παρακμιακές καταστάσεις που αφορούν τη σχέση των νέων με την Εκκλησία αλλά και της σχέσης-τους με το σχολείο, όταν σ’ αυτή διακριτικά, με παιδαγωγικό γνώμονα εμπλέκεται και η Εκκλησία. Αν πρέπει να μιλάμε στα παιδιά για το Θεό, αυτό οφείλουμε να το κάνουμε όχι με ακατανόητα και αψυχολόγητα πολλές φορές σχολικά βιβλία των Θρησκευτικών. Το παράδειγμα που καταγράφει ο Ιωάννης Καλδέλλης, αν και αναφέρεται στη δεκαετία του 1970, είναι νομίζω χαρακτηριστικό του τρόπου που συζητάμε με τους νέους και τις νέες για το Θεό. Σ’ αρκετές περιπτώσεις συμβαίνει και σήμερα σε σχολικές αίθουσες. Γράφει ο Ιωάννης Καλδέλλης: «Διαβάζοντας παλαιότερα περικοπή από το βιβλίο των Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου (Β. Μπιλάλη. Ορθόδοξη πίστη και Λατρεία. ΟΕΔΒ, Αθήνα 1976, σ. 53) με τρόμο συναντούσα μια παγωνιά εκ μέρους των μαθητών που σε ξέσκιζε. Την παραθέτω: “… Η ίδια η ουσία του Θεού είναι υπερούσια και υπερώνυμη, ανώνυμη. Αλλ’ όμως η ουσία του Θεού, ως υπέρτατη ύπαρξη και άπειρη αρχή και πηγή κάθε υπάρξεως και ζωής, είναι ουσία ενεργής ή ουσιώδης ενέργεια. Είναι ουσία ουσιοποιός των όντων και ζωοποιός των ζώντων. Ουσία ανενέργητος ή ενέργεια ανούσια δεν υπάρχει…”. Ω! Άγιε Γρηγόριε Παλαμά, πως χρησιμοποιούν τα κείμενά σου για να μορφώσουν παιδιά 17 ετών! Προστάτεψέ τα, είναι αθώα! Και στα άλλα βιβλία των Θρησκευτικών συναντάς παρόμοια κείμενα».
Τα συμπεράσματα δικά-σου αγαπητέ αναγνώστη και αγαπητή αναγνώστρια.
Καλά Χριστούγεννα!

Σχόλια