Θεοδικία ή σατανοδικία; Με αφορμή την έννοια 5.3. Αδικία

«Άλλωστε η υποδούλωση του ανθρώπου στη φυσική και στη νομική πραγματικότητα τον εξωθεί στην απαίτηση να ζητάει από τον Θεό, καθώς κυριαρχεί στον κόσμο η αρρώστια και η αδικία, να ενεργεί κάθε φορά σαν επιδέξιος γιατρός και εισαγγελέας. (Και απορεί φυσικά κανείς τι μένει τότε στον άνθρωπο να κάνει). Αλλά εδώ να κάνω μια βασική διευκρίνιση. Άλλο σχολαστική εμπλοκή με τη φτηνή τούτη απαίτηση, και άλλο οδυνηρό ερώτημα που φτάνει ως την επανάσταση. Τότε ανοίγει ο δρόμος για την οδυνηρή κυοφορία μιας δημιουργικής τελείωσης. Οι επαναστάτες ήρωες του Ντοστογιέφσκι (όπως συμβαίνει και στο έργο του Α. Camus, La paste) θέτουν το οδυνηρό και ανυποχώρητο ερώτημα: γιατί να πεθαίνουν τα μικρά, αθώα παιδιά; Πως μπορεί ο Θεός, ως παντοδύναμος και συνάμα σοφός και δίκαιος, να ανέχεται μια τέτοια κατάσταση; Είναι γεγονός ότι ο άνθρωπος, που τον καίει ειλικρινά ο πόθος της ζωής και της δικαιοσύνης, δεν μπορεί να συγχωρέσει τον θάνατο και την αδικία. Ξεσηκώνεται και επαναστατεί. Η στάση-του αυτή είναι σωστή· αποβλέπει στην ανατροπή κάθε τάξης και πρωτίστως της πίστης σ’ ένα άδικο και σκληρό Θεό, ο οποίος ούτε του γιατρού ούτε του εισαγγελέα το έργο δεν μπορεί να επιτελέσει. Οι άψογοι και σχολαστικοί συλλογισμοί δεν είναι σε θέση να βοηθήσουν την επαναστατημένη ή ανεπανόρθωτα τραυματισμένη ψυχή. Αλλά μια τέτοια επανάσταση είναι θετική (και όχι οι νερόβραστοι και φτηνοί προβληματισμοί, για τη θεία αγαθότητα και την παντοδυναμία, που κάνουν συνήθως μαθητές σε αμήχανους θεολόγους). Γιατί ανατρέπει άμεσα και αμέσως την ειδωλολατρική παράσταση για τον Θεό, η οποία είναι σφηνωμένη σε τόσα πολλά χριστιανικά, θεολογικά και “δημοσιογραφικά” κεφάλια. Ανατρέπει την εσφαλμένη, από χριστιανική σκοπιά, γνώμη πως η σχέση Θεού και ανθρώπου ρυθμίζεται με την αρχή του do ut des. Μετά την επανάσταση και την εκθρόνιση του ειδωλολατρικού θεού δεν μένει τίποτα, ανοίγει ο δρόμος για να γίνει η ενθρόνιση ενός νέου Θεού, του μόνου αληθινού. Είναι ο Θεός που δημιούργησε λογικά και ελεύθερα πλάσματα από το μηδέν, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του. Οι άνθρωποι, σαν τέτοια πλάσματα, είναι συνδημιουργοί και με οδύνη θα περάσουν από την αποτυχία και το μηδέν κατά την πορεία της δημιουργικής ελευθερίας. Ο Θεός είναι καταλύτης του δαιμονισμού, όχι όμως ως γιατρός και εισαγγελέας με τα φτηνά ανθρώπινα μέτρα. Ο Θεός καταλύει το κακό με τη δημιουργία, την οποία ολοκληρώνει ο άνθρωπος με τη μετοχή του σ’ αυτήν. Η συνεργασία αυτή Θεού και ανθρώπου δεν αποβλέπει στην εξασφάλιση μιας ευδαιμονίας, με τα φυσικά και τα νομικά μέτρα, αλλά στην τελείωση. Ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος, αλλά ενδεχομένως μπορεί να ανακαλυφθεί και να κατακτηθεί από έναν επαναστάτη κατά της “χριστιανικής” ειδωλολατρίας και υποκρισίας».

Ματσούκας, Ν. (1986). Το πρόβλημα του κακού. Δοκίμιο Πατερικής ΘεολογίαςΘεσσαλονίκη: Πουρναράς,  σσ. 283-285.

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου